Σάββατο 26 Απριλίου 2014

Το γέλιο της Κόλασης







Ένα αφιέρωμα στην σατανική Δεσποινίδα  Σαντάλ Πριμ
ή μήπως να γίνει ένα αφιέρωμα στον Διάβολο που νομίζει πως θα νικήσει 
την αθώα κορασίδα με ψυχολογικά παιχνίδια ?

Όχι δεν θα αρχίσω τα αφιερώματα στον Coelho, αρκετό μελάνι έχει χυθεί με 
τα γνωμικά του περί φιλίας, έρωτα, αγάπης και ερεθίζομαι ως ταύρος στην αρένα 
με παντός είδους κανόνες , γνωμικά και ρητά.
Για μια ιστοριούλα όμως θα κάνω την υποχώρηση αν και είμαι σίγουρη πως θα την 
έχετε διαβάσει… δεν πειράζει , η επανάληψη έλεγε η αγαπητή Μητέρα μου είναι 
μήτηρ πάσης μαθήσεως ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων… μήτηρ πάντως είναι!
Ένας άντρας, τ΄ άλογο κι ο σκύλος του περπατούσαν σ ένα δάσος. Καθώς περνούσαν 
κάτω απ΄ ένα τεράστιο δέντρο έπεσε ένας κεραυνός και τους έκανε και τους τρεις στάχτη.
Όμως ο άντρας δεν κατάλαβε ότι είχε εγκαταλείψει αυτόν τον κόσμο και συνέχισε την 
πορεία του με τα δυο του ζώα. Πέρασε κάποιος χρόνος μέχρι να συνειδητοποιήσουν 
οι νεκροί την καινούρια τους κατάσταση.
Ο δρόμος ήταν πολύ μακρύς κι ανέβαιναν σ΄ ένα λόφο. Ο ήλιος ήταν πολύ δυνατός 
κι αυτοί ίδρωναν και διψούσαν. Σε μια στροφή του δρόμου είδαν μια πανέμορφη 
μαρμάρινη πύλη, που οδηγούσε σε μια πλατεία στρωμένη με πλάκες από χρυσάφι. 
Ο διαβάτης μας κατευθύνθηκε προς τον άνθρωπο που φύλαγε την είσοδο κι είχε μαζί του 
τον εξής διάλογο :
 
- Καλημέρα.
- Καλημέρα, απάντησε ο φύλακας.
- Πώς λέγεται αυτό το τόσο όμορφο μέρος;
- Αυτός είναι ο Παράδεισος !
- Τι καλά που φτάσαμε στον Παράδεισο, γιατί διψάμε !
- Μπορείτε κύριε να μπείτε και να πιείτε όσο νερό θέλετε κι ο φύλακας του έδειξε  την πηγή.
- Και τ΄ άλογο κι ο σκύλος μου διψούν επίσης...
- Λυπάμαι πολύ, είπε ο φύλακας, αλλά εδώ απαγορεύεται η είσοδος στα ζώα.
  Ο άντρας αρνήθηκε με μεγάλη δυσκολία μιας και διψούσε πολύ,
αλλά δεν ήθελε να πιει μόνον αυτός. Ευχαρίστησε το φύλακα
και συνέχισε την πορεία του.
Αφού περπάτησαν γι΄ αρκετή ώρα στην ανηφοριά, εξαντλημένοι πλέον
κι οι τρεις έφτασαν σ΄ ένα άλλο μέρος, η είσοδος του οποίου ξεχώριζε από
μια παλιά πόρτα που οδηγούσε σ΄ ένα χωματόδρομο περικυκλωμένο
από δέντρα. Στη σκιά ενός δέντρου καθόταν ένας άντρας κι είχε το κεφάλι του 
σκεπασμένο μ΄ ένα καπέλο. Μάλλον κοιμόταν.
- Καλημέρα, είπε ο διαβάτης.
 Ο άντρας έγνεψε σ΄ απάντηση με το κεφάλι του.
- Διψάμε πολύ τ΄ άλογό μου, ο σκύλος μου κι εγώ.
- Υπάρχει μια πηγή ανάμεσα σ΄ εκείνα τα βράχια, είπε ο άντρας, δείχνοντας το μέρος. Μπορείτε να πιείτε όσο νερό θέλετε.
 Ο άνθρωπος, τ΄ άλογο κι ο σκύλος πήγαν στην πηγή και κατεύνασαν τη δίψα τους. 
Ο διαβάτης γύρισε πίσω να ευχαριστήσει τον άντρα.
- Μπορείτε να ξανάρθετε όποτε θέλετε, του απάντησε εκείνος.
- Επί τη ευκαιρία πώς ονομάζεται αυτό το μέρος; Ρώτησε ο άντρας.
- ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ.
- Ο Παράδεισος; Μα ο φύλακας της μαρμάρινης εισόδου μου είπε ότι εκείνο ήταν 
ο Παράδεισος!
- Εκείνο δεν ήταν ο Παράδεισος. Ήταν η Κόλαση, απάντησε ο φύλακας.
 Ο διαβάτης έμεινε σαστισμένος.
- Θα ΄πρεπε να τους απαγορεύσετε να χρησιμοποιούν τ΄ όνομά σας ! Αυτή η λάθος 
πληροφορία μπορεί να προκαλέσει μεγάλο μπέρδεμα, είπε ο διαβάτης.
- Σε καμιά περίπτωση ! αντέτεινε ο άντρας. Στην πραγματικότητα μας κάνουν 
μεγάλη χάρη, γιατί εκεί παραμένουν όλοι όσοι ειν΄ ικανοί να εγκαταλείψουν 
τους καλύτερούς τους φίλους.
Αυτό το γέλιο που ακούς για κοίταξέ το καλύτερα … μήπως είναι η νικητήρια κραυγή 
της κόλασης ?




_Απόσπασμα από το βιβλίο Ο Διάβολος και η δεσποινίδα Πριμ
Paulo Coelho_

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου